- αγγειοδιασταλτικά
- Φαρμακευτικές ουσίες που προκαλούν χαλάρωση στις λείες μυϊκές ίνες του τοιχώματος των αιμοφόρων αγγείων, με αποτέλεσμα να μεγαλώνει η διάμετρός τους. Διακρίνονται σε ομάδες ανάλογα με τον μηχανισμό δράσης τους. 1. Ουσίες που δρουν άμεσα στις λείες μυϊκές ίνες των αγγείων, με αποτέλεσμα τη μείωση του τόνου τους. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα νιτρώδη, η παπαβερίνη, η κυκλανδελάτη, οι ξανθίνες, όπως είναι η θεοφυλλίνη, η β πυριδιλοκαρβινόλη κ.ά. 2. Ουσίες που επιδρούν στον τόνο των λείων μυϊκών ινών των αγγείων μέσω των αγγειοκινητικών νεύρων. Η κατηγορία αυτή διακρίνεται σε υποομάδες. α) Ουσίες που δεσμεύουν τους α-αδρενεργείς υποδοχείς των αιμοφόρων αγγείων, όπως είναι η φεντολαμίνη, η φαινοξυβενζαμίνη κ.ά. β) Ουσίες που αποκλείουν τον αδρενεργικό νευρώνα όπως η γουανεθιδίνη, η βεθανιδίνη κ.ά. γ) Ουσίες που αποκλείουν τα αυτόνομα γάγγλια όπως είναι η τριμεθαφάνη, το εξαμεθώνιο, το πεντολίνιο κ.ά. δ) Ουσίες που επιδρούν στο αγγειοκινητικό κέντρο του υποθάλαμου όπως είναι η α-μεθυλντόπα, ή ρεσερπίνη, η υδραλαζίνη. Μερικές ουσίες έχουν μεικτό μηχανισμό δράσης. Για παράδειγμα αναφέρουμε τη ρεσερπίνη που, όπως ήδη αναφέραμε, δρα στο αγγειοκινητικό κέντρο αλλά και με αποκλεισμό του αδρενεργικού νευρώνα. Τα α. φάρμακα χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της υπέρτασης, των ισχαιμικών παθήσεων της καρδιάς, για κυκλοφορικές παθήσεις του εγκεφάλου και των άκρων κ.ά.
Dictionary of Greek. 2013.